απόπιμα

απόπιμα
το см. απόπιωμα

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "απόπιμα" в других словарях:

  • απόπιμα — απόπιμα, το και απόπιομα, το υπόλειμμα πιοτού στο ποτήρι, βιδάνιο: Στους μισομεθυσμένους ο ταβερνιάρης έδινε να πιουν κι αποπίματα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • απόπιμα — κ. πιομα, το [αποπίνω] υπόλειμμα ποτού στο ποτήρι …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»